Φαρμακευτικά και αρωματικά φυτά της Ελλάδας: Αριστολοχία η αυχμηρά (Aristolochia hirta), κοινώς αμπελοκλάδι

Φαρμακευτικά και αρωματικά φυτά της Ελλάδας:  Αριστολοχία η αυχμηρά (Aristolochia hirta), κοινώς αμπελοκλάδι

Φαρμακευτικά και αρωματικά φυτά της Ελλάδας: Αριστολοχία η αυχμηρά (Aristolochia hirta), κοινώς αμπελοκλάδι

Rodiaki NewsRoom

ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΚΕ 1375 ΦΟΡΕΣ

Γράφει o
Δρ. Ιωάννης Ηλ. Βολανάκης
Επίτιμος Έφορος Αρχαιοτήτων

Πρόκειται για γένος φυτών της οικογενείας των Αριστολοχιωδών, το οποίο γένος ανήκει στη συνομοταξία των Αγγειοσπέρμων (Magnoliophyta), στην ομοταξία των Δικοτυληδονων (Magnoliopsida), στην τάξη Αριστολοχιώδη (Aristolochiales), στην οικογένεια Αριστολοχιοειδή (Aristolochiaceae) και στο γένος Αριστολοχία (Atrostolochia).

Πρόκειται για φυτά ποώδη ή θαμνώδη, πολυετή, φυλλοβόλα ή αειθαλή και ως επί το πλείστον αναρριχώμενα. Τα φύλλα των είναι εναλλασσόμενα, τα άνθη των ακανόνιστα, ερμαφρόδιτα, μεμονωμένα ή αποτελούντα βότρυς και αναδίδουν πτωματώδη οσμή, η οποία προσελκύει από πολύ μακριά τα έντομα. Οι στήμονες είναι έξι (6) και η ωοθήκη είναι πάντοτε υποφυής. Ο καρπός είναι κάψα, η οποία διαιρείται σε πέντε ή έξι λοβούς και περικλείει πολυάριθμα αλμπουμινοειδή σπόρια.

Ονομασία
΄Οσον αφορά στην ονομασία των φυτών αυτών υπάρχουν δύο εκδοχές, ήτοι :
1)Η ονομασία Αριστολοχία είναι σύνθετη από τις λέξεις άριστος + λοχεία, επειδή κατά την αρχαιότητα επιστεύετο ότι το φυτό αυτό διευκολύνει τον τοκετό.


2)Το όνομα «Αριστολοχία, η» εδόθη σε ορισμένα φύλλα απολιθωμένων φυτών, τα οποία ομοιάζουν καταπληκτικά με τα φύλλα ειδών τινων του και σήμερα φυομένου γένους Αριστολοχία. Απολιθωμένα φύλλα της Αριστολοχίας της οδοντωτής (Aristolochia dentata) ευρέθησαν σε στρώματα της ανωτέρας κρητιδικής περιόδου και είναι σχεδόν όμοια προς τα φύλλα της σημερινής Αριστολοχίας της γαλδεανής (Aristolochia goldiana)


Οι Αριστολοχίες απαντούν σε όλα σχεδόν τα θερμά και εύκρατα μέρη της γης. Γνωστά είναι περί τα πεντακόσια (500) είδη, από τα οποία συνηθέστερα είναι τα επόμενα:

Α) Είδη ιθαγενή της Ευρώπης

1) Αριστολοχία η αυχμηρά (Aristolochia hirta)
Φύεται σε όλη τη μέση και ανατολική Ευρώπη. Ο καυλός αυτής είναι απλούς, ευθύς και ύψους 0,20-0,25 μ., φέρει λεπτές ρίζες και έχει δυσάρεστη οσμή και γεύση. Τα φύλλα της είναι εναλλασσόμενα και δικτυόμορφα. Τα άνθη αυτής είναι άμισχα και αναφαίνονται παρά τις μασχάλες των κλάδων. Το περιάνθιο είναι λεπτό, σωληνοειδές, σχεδόν ευθύ, τελευτά δε σε λογχοειδές άκρο και έχει χρώμα κιτρινοπράσινο.


2) Αριστολοχία η κρητική (Aristolochia cretica), κοινώς μεγάλο βοτάνι ή στιβάλι του λαγού.
3) Αριστολοχία η μακρόρριζος (Aristolochia longa), κοινώς αμπελοκλαδόρριζα ή πικρόρριζα.
4) Αριστολοχία η μικρόστομος (Aristolochia microstoma), κοινώς φλεμονόχορτο.


Πρόκειται για ένα σπάνιο στον κόσμο φυτό, το οποίο ζει και στην Ελλάδα, που χρησιμοποιεί ένα τέχνασμα, προκειμένου να μπορεί να παγιδεύει τα έντομα της επικονίασης. Τα άνθη του αναδίδουν μία μουχλιασμένης υφής μυρουδιά, η οποία μιμείται εκείνη των νεκρών εντόμων, που βρίσκονται σε αποσύνθεση. Αυτή αρέσει σε ορισμένα έντομα και τα προσελκύει, επειδή αναζητούν πώματα άλλων εντόμων, προκειμένου να ζευγαρώσουν επάνω των και στη συνέχεια να γεννήσουν τα αυγά των πάνω σε αυτά.


Όταν τα ζώντα έντομα εισέρχονται στο άνθος της Αριστολοχίας της μικροστόμου, παγιδεύονται, τα επικονιάζουν και ακολούθως απελευθερώνονται, φεύγοντας αβλαβή από αυτά. Συνεπώς, η Αριστολοχία η μικρόστομος δεν είναι φυτό σαρκοφάγο ή σαρκοβόρο – όπως συμβαίνει με άλλα φυτά - , αλλά χρησιμοποιεί το τέχνασμα αυτό, προκειμένου να επιτύχει κατά καλύτερο και ασφαλέστερο τρόπο την επικονίασή του.


Όπως είναι γνωστό και από άλλα παραδείγματα του φυτικού και του ζωικου βασιλείου, υπάρχουν οι λεγόμενες «τελεστικές αλυσίδες», που λειτουργούν από τη φύση ή το ένστικτο κατά τέτοιον τρόπο, ώστε να διασφαλίζεται ο θεμελιώδης σκοπός της ζωής, ήτοι η διαιώνιση του είδους.
5) Αριστολοχία η στρογγύλη (Aristolochia rotunda), κοινώς παρούνα (΄Ανδρος).
Υπό του Διοσκουρίδου του Πεδανίου ή Αναζαρβέως αναφέρεται ως Αριστολοχία στρογγύλη, η θήλεια.

Β) Εξωτικά είδη
1) Αριστολοχία η οφιόεσσα (Aristolochia serpentina).
Πρόκειται για είδος ιθαγενές της Βορείου Αμερικής και ειδικότερα της Βιργινίας, της Λουϊζιάνας και της Φλώριδας. Διακρίνεται από το κάθετο ρίζωμα αυτής, το οποίο φέρει πολυάριθμα λεπτότατα ριζίδια, τα οποία σχηματίζουν έναν θύσανο. Οι ρίζες αυτής χρησιμοποιούνται ως αντίδοτο κατά των δηγμάτων όφεων.


2) Αριστολοχία η αγκυλώδης (Aristolochia angularis)
Είδος ιθαγενές των Αντιλλών. Οι ρίζες του είδους αυτού χρησιμοποιούνται επίσης ως αντίδοτο επί δηγμάτων όφεων.


3) Αριστολοχία η δικτυωτή (Aristolochia reticulata)
Ιθαγενές φυτό των Περουβιανών Άνδεων, οι ρίζες του οποίου χρησιμοποιούνται επίσης ως αντίδοτο εναντίον δηγμάτων όφεων.


4) Αριστολοχία η ευοσμοτάτη (Aristolochia odoratissima)
Είδος ιθαγενές της Βενεζουέλας, διακρινόμενο διά τα επιμήκη, ωοειδή φύλλα του και τα μεγάλα, εύοσμα άνθη του, τα οποία κατά το μέσον αυτών είναι κίτρινα και κατά τα άκρα βαθέως κυανά, με πορφυροειδείς ανταύγειες.


Αριστολοχίας ρίζα (Radix aristolochiae)
Είναι η ρίζα του φυτού «Αριστολοχία η μακρά (Aristolochia longa)», η οποία ενέχει αιθέριο έλαιο ρητινώδους ουσίας, παλμιτυλοφυτοστερόνην, τανίννην, αριστολοχικόν οξύ ή αριστολίνην, και αριστολοχίνην. Παλαιότερα ανεγράφετο ενίοτε ως λαϊκό φάρμακο στις χώρες, όπου εφύετο το φυτό αυτό, υπό μορφή αφεψημάτων σε δόσεις 10, 15 γραμμαρίων σε 200 γραμμάρια ύδατος, ως εμμηναγωγό και αντιασθματικό.

Α) Αρχαία Ελληνική Γραμματεία
1) Θεόφραστος ο Ερέσιος
«Η δε αριστολοχία τη οσφρήσει μεν εύοδμος, τη δε γεύσει πικρά σφόδρα, τη χροιά δε μέλαινα. Φύεται δε εν τοις όρεσιν η βελτίστη. Φύλλον δε έχει προσεμφερές τη αλσίνη, πλην στρογγυλότερον. Χρησίμη δε προς πολλά και αρίστη προς κεφαλής, αγαθή δε και προς άλλα έλκη και προς τα ερπετά και προς ύπνον και προς υστέραν. Τα μεν ουν προσάγειν κελεύουσιν εν ύδατι αναδεύσαντα και καταπλάττοντα, τα δε άλλα εις μέλι ενξύσαντα και έλαιον. Προς δε τα των ερπετών εν οίνω οξίνη πίνειν και επί δήγμα επιπλάττειν. Εις ύπνον δε εν οίνω μέλανι αυστηρώ κνίσαι. Εάν δε αι μήτραι προπέσωσι, τω ύδατι αποκλύζειν».
(Θεόφραστος, Περί φυτών ιστορίας 9, 13, 3).


2) Διοσκουρίδης ο Πεδάνιος ή Αναζαρβεύς
«Αριστολοχεία ωνόμασται μεν από του δοκείν άριστα βοηθείν τοις λοχοίς. Έστι δε η μεν τις στρογγύλη, θήλεια καλουμένη. Φύλλα δε έχει κισσοειδή, ευώδη μετά δριμύτητος, υποστρόγγυλα, απαλά περί πολλοίς βλαστοίς εκ μιάς ρίζης, τα δε κλήματα επιμήκη, άνθη λευκά, οιονεί πιλίσκους, το δ΄ εν αυτοίς ερυθρόν δυσώδες. Η δε μακρά αριστολοχεία άρρην καλείται και δακτυλίτις, έχουσα φύλλα επιμηκέστερα της στρογγύλης και τα κλωνία λεπτά, ως σπιθαμής το μέγεθος, άνθος πορφυρούν, δυσώδες, όπερ εξανθήσαν απίω παραπλήσιον γίνεται. Ρίζα δε της μεν στρογγύλης περιφερής, γογγυλίδι ομοία, η δε της μακράς δακτύλου το πάχος έχει, σπιθαμιαία ή και μείζων.


Αμφότεραι δε τα πολλά πυξοειδείς ένδοθεν, πικραί την γεύσιν και βρωμώδεις. ΄Εστι δε τις και τρίτη μακρά, ήτις και κληματίτις καλείται, κλωνία έχουσα λεπτά, φύλλοις υποστρογγύλοις αειζώου του μικρού εοικόσι περίπλεα, άνθη εοικότα πηγάνω, ρίζας μακροτάτας, λεπτάς, φλοιόν εχούσας παχύν και αρωματίζοντα, ιδίως χρησιμευούσας μυρεψοίς εις τας των μύρων στύψεις.
Ποιεί δε προς μεν τα άλλα φάρμακα η στρογγύλη μιάς ολκή πινομένη μετ΄ οίνου και καταπλασσομένη και τα εν μήτρα συνιστάμενα πάντα λοχεία και έμμηνα και έμβρυα εκβάλλει ποθείσα μετά πεπέρεως και σμύρνης.

Και εν πεσσώ δε προστεθείσα τα αυτά δρα. Η δε στρογγύλη ποιεί μεν προς α και η προειρημένη, εκ περισσού δε βοηθεί άσθματι, λυγμώ, ρίγει, σπληνί, ρήγμασι, σπάσμασιν, αλγήμασι πλευράς, ποθείσα μεθ΄ ύδατος. Ανάγει δε σκόλοπας, ακίδας και λεπίδας οστών καταπλασσομένη αφίστησι και σηπενδόνας περιχαράσσει και τα ρυπαρά περικαθαίρει έλκη και τα κοίλα πληροί συν ίριδι και μέλιτι. Σμήχει δε και ούλα και οδόντας. Δοκεί δε και η κληματίτις προς τα αυτά ποιείν, ελαττούται μέντοι τη δυνάμει των προειρημένων».
(Διοσκουρίδης, Περί ύλης ιατρικής 3, 4, 1-5).


Β) Νεότερη Γραμματεία
J. Joseph Pitton de Tournefort
Ο Γάλλος Ιατρός, διάσημος Βοτανολόγος και Περιηγητής Joseph Pitton de Tournefort (*Εξ-αν-Προβάνς, Γαλλία 5/06/1756 – + Παρίσι, Γαλλία 28/12/1708) περιγράφει την Αριστολοχία την αυχμηρά (Aristoliochia hirta,) ως ακολούθως :
«Αριστολοχία η χίος, μακρά, υπαυχμηρά, η μετά επιμήκους φύλλου και ελάσσονος άνθους (Aristolochia chia, longa, subhirsuta, folio oblongo flore minimo).


Η ρίζα του φυτού έχει μήκος ενάμισυ-δύο ποδών και πάχος δύο δακτύλων. Είναι οξύληκτη, σκληρή, ξυλώδης και την διατρέχει ένα πολύ συμπαγές νεύρο. ΄Εχει χρώμα κιτρινωπό και είναι μαρμαρωτή, με ακτίνες λευκές και υπόξανθες και καλύπτεται από σαρκώδη φλοιό, ανοικτού πορφυρού χρώματος. Φέρει λίγα νημάτια, αλλά είναι πολύ πικρή. Από αυτήν εκφύονται πολλές κορυφές, οι οποίες παράγουν πολλούς λευκωπούς βλαστούς, που καταλήγουν σε κλώνους ύψους ενός πόδα, την άνοιξη. Αργότερα οι κλώνοι αναπτύσσονται έως 2 πόδες και είναι σκληροί, συμπαγείς, πάχους 2 γραμμών, ανοικτοπράσινοι, τραχείς, αυλακωτοί και πορφυρού χρώματος στη βάση τους, όπου ακουμπούν στο έδαφος.


Οι κλώνοι αυτοί έχουν ένα φύλλο σε κάθε γόνατο, μήκους 3 περίπου δακτύλων και πλάτους δυόμισυ δακτύλων στη βάση, που είναι στρογγυλή με δύο λοβούς, πέρα από τους οποίους στενεύει ανεπαίσθητα. Το φύλλο καταλήγει σε ένα αμβλύ άκρο, που τελειώνει σε μία πολύ μικρή και κοντή αιχμή. Το επάνω μέρος του φύλλου είναι σκουροπράσινο, στιλπνό, με νευρώσεις διατεταγμένες σε ακανόνιστα τετράγωνα. Το κάτω μέρος είναι θολό πράσινο, με σαφώς εμφανή νεύρωση.


Από τις μασχάλες των φύλλων εκφύεται ένα άνθος σε μίσχο μήκους 1-2 δακτύλων, που καταλήγει σε έναν πολυεδρικό κάλυκα, ο οποίος φέρει έξι μεγάλες και τραχείες ραβδώσεις και έχει μήκος μισού περίπου δακτύλου. Κάθε άνθος είναι κυρτό σε σχήμα S, μήκους τρεισήμισυ δακτύλων. Αρχίζει με μία κύστη, μεγέθους 8-9 γραμμών, ανοικτοπράσινου χρώματος, με πορφυρές αποχρώσεις. Η κύστη είναι πολυεδρική και συνεχίζεται σε κυρτό σωλήνα, πάχους μισού δακτύλου, για να καταλήξει σε μεγάλο στόμιο, σχεδόν ωοειδές, διαμέτρου 18-20 γραμμών, του οποίου τα άκρα είναι ομοιόμορφα στρογγυλωμένα. Η κοιλότητα του στομίου καλύπτεται με λευκά τριχίδια, μήκους μιάμισυ γραμμής.


Ο πυθμένας είναι έντονου μελανοπόρφυρου χρώματος, με μερικές πιο ανοικτόχρωμες κηλίδες, που κλίνουν προς το κιτρινωπό και έχουν μεγάλο εξόγκωμα στο σημείο, όπου το στόμιο αρχίζει να στενεύει σε σωλήνα. Το εσωτερικό του σωλήνα είναι επίσης μελανοπόρφυρο, καλυμμένο με τρίχες, όπως και το εσωτερικό της κύστης, που είναι πιο ανοικτόχρωμο. Στο βάθος της κύστης υπάρχει ένας εξάγωνος οφθαλμός, διαμέτρου δυόμισυ γραμμών, που έχει μεγάλα εξογκώματα, ανάμεσα στα οποία υπάρχουν κορυφές που σκορπίζουν κίτρινη γύρη. Το άνθος δεν έχει καθόλου άρωμα, ενώ ολόκληρο το φυτό είναι πικρό».
J. Pitton de Tournefort, Ταξίδι στην Κρήτη και τις νήσους του Αρχιπελάγους 1700-1702, Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης (Ηράκλειο 2003) σ. (429-430).

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ :
Δ. Σ. Καββάδας, Εικονογραφημένον Βοτανικόν-Φυτολογικόν Λεξικόν (Αθήνα αν. χρ. εκδ.), Εκδόσεις ΠΗΓΑΣΟΣ.
Μυρσ. Λαμπράκη, Τα Χόρτα (Αθήνα 2000).
Κ. Γ. Μακρής, Αριστολοχία (Aristolochia), ΜΕΕ, τ. Ε΄(Αθήναι αν. χρ. εκδ.), σ. 509.
Ν. Εμμ. Παπαδογιαννάκης, Κρητικό Ιατροσόφιον του 19ου αιώνα (Ρέθυμνο 2001).
Ευ. Κ. Φραγκάκι, Η Δημώδης Ιατρική της Κρήτης (Αθήναι 1978).


Γ. Χριστόπουλος (Επιμέλεια), Φυτολογία, Εκδοτική Αθηνών (Αθήνα 1990).
Η. Baumannn, Die Griechische Pflanzenwelt (Muenchen 1999).
Koenemann, Botanica. Das Abc der Pflanzen. 10.000 Arten in Text und Bild (Koeln 1997).
R. Scheppelmann, Flora Graeca. Sibthorpiana, Volksausgabe, Edition Kentavros, (Hamburg 2017).


Fr. W. Sieber, Ταξίδι στη νήσο Κρήτη του Ελληνικού Αρχιπελάγους κατά το έτος 1817, Λειψία 1823. Μετάφραση από τα Γερμανικά στα Ελληνικά υπό Δρ. Ιω. Ηλ. Βολανάκη, Αρχαιολόγου, (Αθήναι 2022).-----
J. Pitton de Tournefort, Ταξίδι στην Κρήτη και τις νήσους του Αρχιπελάγους 1700-1702, Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης (Ηράκλειο 2003).

Διαβάστε ακόμη

Γιάννης Παρασκευάς: Εμείς και ΕΚΕΙΝΟΙ

Γιάννης Πολυχρονάκος: «Οριακή η λειτουργία του Νοσοκομείου Ρόδου»

Γιάννης Παρασκευάς: Όταν στον βάλτο μαλώνουν τα βουβάλια την πληρώνουν τα βατράχια

Φωτεινή Τζουβελάκη: Η Ρόδος, ένα από τα πιο εμβληματικά νησιά του Αιγαίου

Χρ. Γιαννούτσος: Θέσπιση ειδικής μοριοδότησης για μαθητές ακριτικών νησιών και ορεινών περιοχών στις Πανελλαδικές

Αργύρης Αργυριάδης: Όσα μας λένε τα όνειρα

Ηλίας Καραβόλιας: Η αγρανάπαυση του ανθρώπινου κεφαλαίου

Μαρία Καρίκη: Πότε σταμάτησες να ονειρεύεσαι;