Πώς προσδιορίζεται ο Πληθωρισμός με βάση τον Δείκτη Τιμών Καταναλωτή

Πώς προσδιορίζεται ο Πληθωρισμός με βάση τον Δείκτη Τιμών Καταναλωτή

Πώς προσδιορίζεται ο Πληθωρισμός με βάση τον Δείκτη Τιμών Καταναλωτή

Rodiaki NewsRoom

ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΚΕ 1101 ΦΟΡΕΣ

Γράφει ο
Γιάννης Σαμαρτζής
Οικονομολόγος

Με τη λέξη πληθωρισμός, εννοούμε την αύξηση που επέρχεται στο γενικό επίπεδο των τιμών των αγαθών και υπηρεσιών σε μία χώρα, κατά τη διάρκεια μιας ορισμένης χρονικής περιόδου.

Επομένως, ο πληθωρισμός ισοδυναμεί με μία διαρκή μείωση της αγοραστικής δύναμης του χρήματος, με αποτέλεσμα, για την αγορά των ίδιων προϊόντων και υπηρεσιών, διαχρονικά, να απαιτούνται περισσότερα χρήματα από τα νοικοκυριά.

Κατά συνέπεια, ο πληθωρισμός ζημιώνει τα νοικοκυριά, και περισσότερο όσους εισπράττουν σταθερά εισοδήματα, δηλαδή ζημιώνει τους μισθωτούς και συνταξιούχους, φαλκιδεύοντας έτσι τα εισοδήματά τους, ενώ, παράλληλα, δημιουργεί δυσμενή εξέλιξη στο ισοζύγιο πληρωμών της χώρας, αυξάνοντας τις εισαγωγές έναντι των εξαγωγών, αφού καθιστά τα εγχώρια προϊόντα ακριβότερα.

Δηλαδή, ο πληθωρισμός, εκτός του ότι πλήττει τα χαμηλά εισοδήματα, ενεργεί και σε βάρος της εγχώριας παραγωγής, υποσκάπτοντας την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας.

Ο πληθωρισμός κατά κανόνα προέρχεται, είτε από την αυξημένη ζήτηση των προϊόντων και υπηρεσιών (πληθωρισμός ζήτησης), είτε από το αυξημένο κόστος των συντελεστων παραγωγής (πληθωρισμός κόστους), είτε από τις αυξημένες τιμές των εισαγόμενων προϊόντων, ανεξάρτητα από το εάν αυτά είναι τελικά αγαθά ή πρώτες ύλες ή προστιθέμενα προϊόντα (εισαγόμενος πληθωρισμός).
Κατά την τρέχουσα περίοδο, η μορφή του πληθωρισμού που κάνει την επανεμφάνισή του στη χώρα μας μετά από τη δεκαετία του 1980, είναι ο εισαγόμενος πληθωρισμός, οφειλόμενος πρωτίστως στο ανοδικό κόστος της ενέργειας και δη του φυσικού αερίου, καθώς και σε άλλες ελλείψεις πρώτων υλών και ενδιάμεσων προϊόντων, που συνέβαλαν στη μειωμένη παραγωγή της τελευταίας διετίας, εξαιτίας της πανδημίας του κορωνοϊού.

Το φαινόμενο αυτό, του εισαγόμενου πληθωρισμού, οδήγησε σε ανατιμήσεις βασικών προϊόντων της αγοράς, με αποτέλεσμα, οι οικογενειακοί προϋπολογισμοί των νοικοκυριών στη χώρα μας να έχουν εκτροχιαστεί και να δεχονται μεγάλες πιέσεις, οι οποίες αποτυπώνονται καθημερινά στις τιμές των τροφίμων στα σούπερ μάρκετ.

Η εξέλιξη και το μέγεθος του πληθωρισμού ή αποπληθωρισμού σε μία χώρα προσδιορίζεται, παγκοσμίως, από τον Δείκτη Τιμών Καταναλωτή.
O Δείκτης Τιμών Καταναλωτών (ΔΤΚ) ή ο Τιμάριθμος, όπως συνηθίζεται να λέγεται, καταρτίζεται στην Ελλάδα από την Ελληνική Στατιστική Αρχή (ΕΛΣΤΑΤ).
Σκοπός του δείκτη είναι η μέτρηση του γενικού επιπέδου των τιμών των αγαθών και υπηρεσιών, τα οποία προμηθεύεται και καταναλώνει το μέσο νοικοκυριό της χώρας. Επομένως, ο δείκτης βασίζεται στις μεταβολές των λιανικών τιμών των διαφόρων προϊόντων και υπηρεσιών που περιλαμβάνονται στο «καλάθι του καταναλωτή ή της νοικοκυράς», όπως λέγεται, και προσδιορίζει το κόστος ζωής και διαβίωσης των καταναλωτών.

Ο Δείκτης Τιμών Καταναλωτών (Εθνικός) είναι προσαρμοσμένος στις πρόσφατες καταναλωτικές δαπάνες των ιδιωτικών νοικοκυριών της Ελλάδος και απεικονίζει τη διαχρονική εξέλιξη των μεταβολών των τιμών των αγαθών και υπηρεσιών, που συνθέτουν το «καλάθι» αγορών του μέσου νοικοκυριού.

Ο ΔΤΚ αναθεωρείται σε τακτά χρονικά διαστήματα, σύμφωνα με τα διαθέσιμα αποτελέσματα της τελευταίας Έρευνας Οικογενειακών Προϋπολογισμών (ΕΟΠ). Σκοπός της αναθεώρησης του ΔΤΚ είναι η ανανέωση του δείγματος των προϊόντων και υπηρεσιών που συνθέτουν το «καλάθι» των νοικοκυριών, καθώς και των συντελεστών στάθμισης των ειδών που περιλαμβάνονται στον δείκτη.

Η τιμοληψία των ειδών (προϊόντων και υπηρεσιών) του ΔΤΚ γίνεται από τα καταστήματα λιανικής πώλησης, τις επιχειρήσεις παροχής υπηρεσιών, τις λαϊκές αγορές (μόνο για τα φρέσκα φρούτα και λαχανικά), καθώς και από τα λοιπά καταστήματα, που έχουν επιλεγεί και θεωρούνται αντιπροσωπευτικά των κλάδων, όπου γίνονται οι αγορές των νοικοκυριών, σε 27 επιλεγείσες για την τιμοληψία πόλεις της χώρας μας.

Τα είδη των αγαθών και υπηρεσιών του ΔΤΚ ανέρχονται συνολικά σε 799 και αναπτύσσονται στη συνέχεια σε πολύ μεγαλύτερο αριθμό ποικιλιών - παραλλαγών.

Η συλλογή των τιμών, δηλαδή η τιμοληψία των ειδών των αγαθών και υπηρεσιών του ΔΤΚ διενεργείται στις 27 πόλεις, με κριτήρια επιλογής τους το μέγεθος και τις ιδιαιτερότητες των αγορών τους. Έτσι, η τιμοληψία των ειδών αποτελεί την αντιπροσωπευτική κάλυψη και των 13 περιφερειών της χώρας μας. Οι πληθυσμιακοί συντελεστές στάθμισης των πόλεων τιμοληψίας προήλθαν από τα στοιχεία της γενικής απογραφής πληθυσμού του έτους 2011 και υπολογίζονται ως ποσοστά επί τοις χιλίοις του πληθυσμού κάθε πόλης τιμοληψίας, αλλά και της ευρύτερης περιοχής που αυτή αντιπροσωπεύει, στο σύνολο του πληθυσμού της χώρας.

Οι πόλεις τιμοληψίας, με τους αντίστοιχους πληθυσμιακούς συντελεστές στάθμισης, εμφανίζονται σε ποσοστά στον Πίνακα 1.

Η διάρθρωση της καταναλωτικής δαπάνης στις πληθυσμιακές ομάδες γίνεται με βάση τα χαρακτηριστικά των νοικοκυριών, όπως π.χ. το εκπαιδευτικό επίπεδο του καταναλωτή, τη θέση εργασίας του, την κατανομή της δαπάνης του, αν δηλαδή ο καταναλωτής ανήκει στα φτωχά, στα μεσαία ή στα υψηλα εισοδήματα κλ.π.

Είναι γεγονός ότι υπάρχουν μεγάλες διαφορές ως προς τα καταναλωτικά πρότυπα των πολιτών.

Σύμφωνα με την ισχύουσα οικονομική θεωρία, καθώς βελτιώνεται το βιοτικό επίπεδο ενός πληθυσμού, το μερίδιο των δαπανών του για τα είδη πρώτης ανάγκης (διατροφή, στέγαση κ.λπ.) μειώνεται, ενώ αυξάνονται αντίστοιχα οι δαπάνες για αγαθά πολυτελείας.

Με βάση τον νόμο του Engel, το ποσοστό εισοδήματος που διατίθεται για διατροφή μειώνεται, καθώς το άτομο εισέρχεται σε υψηλότερα εισοδηματικά κλιμάκια.

Αυτό ισχύει, είτε μεταξύ διαφορετικών εισοδηματικών ομάδων, είτε μεταξύ χωρών με διαφορετικό βαθμό οικονομικής ανάπτυξης, είτε διαχρονικά.
Έτσι, οι σχετικά φτωχότερες πληθυσμιακές ομάδες δαπανούν μεγαλύτερο μερίδιο απ’ ό,τι οι άλλες ομάδες για τρόφιμα και είδη πρώτης ανάγκης και μικρότερο για υπηρεσίες αναψυχής, υγείας, εκπαίδευσης, κ.λπ. Δηλαδή, με οικονομικούς όρους, η εισοδηματική ελαστικότητα ζήτησης για τρόφιμα, στις φτωχότερες ομάδες του πληθυσμού, είναι μικρότερη της μονάδας, δηλαδή είναι ανελαστική. Το αντίθετο ισχύει, στις φτωχότερες πληθυσμιακές ομάδες, για τις υπηρεσίες αναψυχής.

Τα είδη του Δείκτη Τιμών Καταναλωτή χωρίζονται σε 12 ομάδες αγαθών και υπηρεσιών, οι δε συντελεστές στάθμισης, υπολογίζονται ως ποσοστά επί τοις χιλίοις (‰) συμμετοχής των δαπανών, για κάθε ομάδα-υποομάδα και είδος (αγαθού ή υπηρεσίας), στο σύνολο των δαπανών του μέσου νοικοκυριού.
Οι συντελεστές στάθμισης, με τα στοιχεία δαπάνης της τελευταίας διαθέσιμης Έρευνας Οικογενειακών Προϋπολογισμών (2018) για τις 12 ομάδες αγαθών και υπηρεσιών, εμφανίζονται στον Πίνακα 2.

Από την παραπάνω περιγραφή και ανάλυση, διαπιστώνουμε ότι ο Δείκτης Τιμών Καταναλωτή είναι ένα στατιστικό μέτρο, το οποίο καταγράφει τις μεταβολές του γενικού επιπέδου των τιμών των αγαθών και υπηρεσιών που καταναλώνονται από τις διάφορες ομάδες πληθυσμού (τα νοικοκυριά).
Κατά συνέπεια, ο Δείκτης Τιμών Καταναλωτή «κατασκευάζεται» για να προσδιορίσει το μέγεθος και την εξέλιξη του πληθωρισμού ή του αποπληθωρισμού σε μία χώρα, δηλαδή, να μας αποκαλύψει πόσο επιβαρύνεται το «καλάθι της νοικοκυράς», ώστε οι κυβερνώντες να εφαρμόσουν, εφόσον χρειαστεί, τα απαραίτητα κοινωνικο-οικονομικα μέτρα.

Πηγές:
● Ελληνική Στατιστική Αρχή (ΕΛΣΤΑΤ), «Δείκτης Τιμών Καταναλωτή, Εναρμονισμένος Δείκτης Τιμών Καταναλωτή» 2018, (Ανάρτηση 25-10-2018).

Διαβάστε ακόμη

Στο 14,5% το ποσοστό φτώχειας στα νησιά του Νοτίου Αιγαίου

Σε 6,5 δισεκατομμύρια ανέρχονται οι καταθέσεις στο Νότιο Αιγαίο

Νεοφυείς επιχειρήσεις δείχνουν το «αύριο» της τουριστικής επιχειρηματικότητας

19 εκατομμύρια ευρώ στους δήμους της Δωδεκανήσου

ΕΝΦΙΑ: 6 & 7 Απριλίου η ανάρτηση των εκκαθαριστικών

«Πρωταθλήτρια» στις απορροφήσεις του ΕΣΠΑ η περιφέρεια Νοτίου Αιγαίου

Κοινή επιστολή των νησιωτικών συλλόγων λογιστών για τους κατοίκους Εξωτερικού

Ε. Κρητικός: 1.200 πλειστηριασμοί και κατασχέσεις στα Δωδεκάνησα