Ο εορτασμός των Τριών Ιεραρχών στα χρόνια της Ιταλοκρατίας στη Βιλλανόβα

Ο εορτασμός των Τριών Ιεραρχών στα χρόνια της Ιταλοκρατίας στη Βιλλανόβα

Ο εορτασμός των Τριών Ιεραρχών στα χρόνια της Ιταλοκρατίας στη Βιλλανόβα

Rodiaki NewsRoom

ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΚΕ 2086 ΦΟΡΕΣ

Γράφει η Ευαγγελία Παναή Φιλόλογος-Επιχειρηματίας Δημοτική Σύμβουλος Ρόδου Β’ ΜΕΡΟΣ Από τις προφορικές μαρτυρίες που μπόρεσα να έχω, συμπεραίνεται ότι ήδη τα χρόνια της τουρκικής σκλαβιάς γιορταζόταν λαμπρά η ημέρα των Τριών Ιεραρχών κι ας μην υπήρχε ακόμη ένα κτήριο που να στεγάζει επίσημα το σχολείο μια και τα μαθήματα γίνονταν τότε μια στο ένα σπίτι και μια στο άλλο. Έτσι ο εορτασμός κατά πάσα πιθανότητα γίνονταν μέσα στην εκκλησία του Αη Νικόλα, με το κόλλυβο των Τριών Ιεραρχών από τη μια μεριά και τα πατριωτικά ποιήματα και τραγούδια των παιδιών από την άλλη. Είναι χαρακτηριστικό το ποίημα που μου είπε ο Γιώργος Ζερβός, το οποίο είχε απαγγείλει ως μαθητής του δημοτικού σχολείου ο πατέρας του, Αναστάσης Ζερβός, που γεννήθηκε γύρω στα 1900. « Ήταν η μέρα βροχερή κι η νύχτα χιονισμένη, όταν για την Τριπολιτσά, ξεκίνησε ο Κκιαμίλης, Νύχτα σελλώνει τ’άλογο, νύχταν το καλιγώνει Και μες΄το δρόμον, το θεόν παρακαλεί και λέει: - Θεέ μου κει τις προεστούς, κι εδώ τους δεσποτάδες να ‘βρω εις τα κεφάλια τους απάνω τους ραγιάδες. Να μην σηκώσουν τ’άρματα, να πάνε με τις κλέφτες. Σαν έφτασαν, είχαν Γραικοί, το κάστρον πλακωμένον Μπουλούκμπασης εφώναζεν, απάνω από την ντάπια - Μολάστε τα τουφέκια σας, σύρετε τα σπαθιά σας, Και βάρτε τα Τουρκιά μπροστά, σαν πρόβατα στη μάντρα. Τους πήραν και τους έκλεισαν στην ντάπιαν την μεγάλην Κι απολογάται ο Κκεχαγιάς προς τον Κολοκοτρώνη: - Κάμε νισάφιν την Τουρκιά, κόψε, με αφησ’ κιόλα! - Νισάφιν έκαμες εσύ, στην μαύρην τη Βοτσίτσαν Που ΄σφαξες τ΄άδέρφια μας κι όλους τους ειδικούς μας;! Για τη λαμπρή αυτή ημέρα λοιπόν η Εκκλησιαστική Επιτροπή, όπως το είχε έθιμο, άρχιζε από μέρες τις ετοιμασίες για το κόλλυβο των Τριών Μεγίστων Φωστήρων. Οι «πιτρόπισσες», δηλαδή οι γυναίκες των επιτρόπων, καθαρίζουν το σιτάρι, φέρνουν ρεβίθια και σταφίδες, όλα καρποί του κάμπου της Βιλλανόβας, του μόχθου των παιδιών της και προσφορά στην εκκλησία μας τον Αη Νικόλα. Ψήνουν στο μεγάλο καζάνι πάνω από 20 κιλά σιτάρι, γεμίζουν δύο ξύλινες σκάφες του ζυμωτού μέχρι πάνω με τα «κουννιά», όπως τα λέμε στη γλώσσα μας, για να φάνε όλα τα παιδιά του σχολείου και χώρια μια «βατσέλλα κατσαρολλένη» (όπως θυμούνται οι παλιότεροι μέσα στις διηγήσεις τους), για τους δασκάλους, τους παπάδες, το δήμαρχο και όλους τους χωριανούς. Μόλις τελειώνει η λειτουργία, οι επίτροποι με μια μεγάλη ξύλινη κουτάλα μοιράζουν μέσα στις παλάμες των παιδιών τα κόλλυβα των Τριών Ιεραρχών που για τα πάντα πεινασμένα στομαχάκια τους μοιάζει να είναι μάννα εξ΄ουρανού. Ύστερα απ΄αυτό, καμαρώνοντας μέσα στα «κυριακάσιμά τους» όπως ονομάζουν τα καλά τους ρούχα, όσο καλά μπορούν να είναι μέσα σ΄αυτή τη φτώχεια, και προπάντων χαρούμενα, ανεβαίνουν τρέχοντας τη μεγάλη σκάλα που οδηγεί απ΄την αυλή του Αη Νικόλα στο Πάνω Σχολείο. Κάθε χρόνο σαν σήμερα είναι ξεχωριστή μέρα. Κάθε χρόνο η σημερινή είναι η δική τους μέρα. Σήμερα των Τριών Ιεραρχών ήρθαν να τους καμαρώσουν συγγενείς και φίλοι και πρώτοι και καλύτεροι κι αυτοί ακόμη οι ίδιοι οι γονείς τους που συνήθως δεν τα ρωτούν αν έγραψαν ή αν διάβασαν τα μαθήματά τους, αλλά αν πότισαν το τάδε «μαντάλι» (περιφραγμένο καλλιεργήσιμο αγροτεμάχιο) ή αν μετάδεσαν τις «αλλιές» (αγελάδες). Κι όμως, όπως κάθε χρόνο στις 30 του Γενάρη, αυτοί οι βασανισμένοι απ΄το μόχθο του χωραφιού ή του πετροκοπιού, γονείς ήρθαν να καμαρώσουν τα παιδιά τους που το αξίζουν, γιατί ανοίγουν τη γιορτή με τον ελληνικό Εθνικό Ύμνο κι ανεβασμένα με καμάρι στη σκηνή του Πάνω Σχολείου, λένε ποιήματα πατριωτικά, τραγουδούν τραγούδια πατριωτικά είναι παιδιά από εφτά έως δώδεκα χρονών, τη λευτεριά δεν την έχουν δει ποτέ, δεν ξέρουν καν τι είναι, ούτε και την Ελλάδα, κι όμως για αυτήν τραγουδούν τα παιδιά της Βιλλανόβας του 1920 - 1921. Ακόμα στα αθώα τους μάτια είναι ζωγραφισμένη η φρίκη απ΄την πρόσφατη θυσία των συγχωριανών τους, κι όμως με τη διδασκαλία, με την παρότρυνση, με την καθοδήγηση των πατριωτών δασκάλων τους, τα αγόρια και τα κορίτσια του 1920-21-22 και μετά, τραγουδούν για τη λευτεριά και την Ελλάδα, γεμάτα θέρμη, όπως η θεία Μαρία Γιαννά – Αφεντούλη που μου τραγούδησε σε ηλικία 85 χρόνων τα τραγούδια που της είχε μάθει η δασκάλα της Δωροθέα, όταν ήταν μαθήτρια της τρίτης δημοτικού. Και ξαναθυμήθηκε που ο κόσμος όρθιος χειροκροτούσε για ώρα πολύ. Και ξανάγινε κορίτσι 8-9 χρονών. « Φύσα βοριά μου, φούσκωνε τα πανιά, κι εκείνο το καΐκι, στα γαλανά νερά. Κάτω στο ακρογιάλι, όλοι μας καρτερούν και με λευκά μαντήλια, όλοι μας χαιρετούν. Να ο Αβέρωφ προβάλλει με χαρά, σαν έμορφο δελφίνι, στα γαλανά νερά. Γεια σας Ελληνοπούλες, γεια σας γλυκιά ζωή, γεια σας μικρές ξανθούλες και λεβεντιά καλή!» Κι ένα άλλο τραγούδι: « Σ΄αυτά, σ΄αυτά τα κύματα, τα ηλιοφωτισμένα, σ΄αυτά τα αθάνατα νερά εδώ τα βαφτισμένα, εβάπτισε η ελευθεριά τον κόσμο μοναχή της και τ΄όνομάν της το΄δωσε μαζί με το σπαθί της. Πως γιγαντεύεται η ψυχή σε τούτα τα πελάγη, ανδρίζεται, παίρνει καρδιά και σ΄άλλα χρόνια πάει; Ποια εκκλησιά σ΄όλην τη γη, σ΄όλη την οικουμένη, ωσάν εσέναν τ΄ουρανού σκεπάζουνε οι θόλοι; Ποια έχει πολυέλαιον τον ήλιο αναμμένον, καντήλια τ΄άστρα τα χρυσά και φως διαμαντωμένον; Και σε ποια άλλην ο Θεός όλος χωρεί και μπαίνει, παρά σ΄αυτήν τη θάλασσα εδώ την αγιασμένη; Πως γιγαντεύεται η ψυχή σε τούτα τα πελάγη! Ανδρίζεται, παίρνει καρδιάν και σ΄άλλα χρόνια πάει! Χτύπα περήφανη θεά, ελληνοπούλα χτύπα! Πέρα για πέρα της σκλαβιάς το μαύρο στήθος τρύπα! Ας καταλάβει μια φορά για πάντα ας καταλάβει πώς τα παιδιά σου πολεμούν και πώς χτυπούν οι σκλάβοι! Διώξε θεά το μόλυσμα ο κόσμος ν΄ανασάνει κι όποιον ελάβωσε η σκλαβιά ας έχει εδώ ποτάμι. Πως γιγαντεύεται η ψυχή σε τούτα τα πελάγη, ανδρίζεται, παίρνει καρδιά και σ΄άλλα χρόνια πάει. Το βάθος της σκηνής είναι στολισμένο με την ελληνική σημαία και η γιορτή κλίνει με τον εθνικό ύμνο. Τα χρόνια προχωρούν μέσα στη σκλαβιά και η ημέρα των Τριών Ιεραρχών μετατρέπεται πάντα σε ένα γιορτινό πατριωτικό συλλαλητήριο όπου η Βιλλανόβα διατρανώνει τη δίψα της για Λευτεριά και Ελλάδα. Ώσπου έρχεται η 30η Ιανουαρίου του 1927, στο χωριό μας έχει φτάσει εν τω μεταξύ ένας δάσκαλος από τη Σύμη, ο Ανδρέας Κωστάκης, ο Αντρίκκος όπως τον θυμούνται οι μαθητές της εποχής εκείνης. Και φέρνει ένα έθιμο καινούργιο, τόσο παράξενο, όσο και ευχάριστο για τα παιδιά του σχολείου. Ο δάσκαλος προτείνει στην Εκκλησιαστική Επιτροπή: «Φέτος θα στολίσουμε ένα δέντρο μέσα στο Πάνω Σχολείο για τους Τρείς Ιεράρχες και θα δώσουμε δώρα στα παιδιά». Οι επίτροποι ξαφνιάζονται κοιτάζουν παραξενεμένοι ο ένας τον άλλον. «Τι θέλει το δέντρο μέσα στο σχολείο;! Κι έπειτα πού λεφτά για δώρα στα παιδιά;!» Έλα όμως πάλι που το λέει ολόκληρος δάσκαλος;! Κάτι θα ξέρει αυτός… Μια και δυό ανηφορίζουν στο βουνό του Παραδεισίου, κόβουν ένα μεγάλο κυπαρίσσι, αγοράζουν κι ό,τι μπορούν με τα λιγοστά λεφτά της εποχής εκείνης- καραμέλες, μικρά γυαλιστερά μπαλονάκια, καραμελένια μπαστουνάκια κι άλλα τέτοια μικροπράγματα, τα κρεμούν πάνω στο δέντρο και μπόλικο βαμβάκι στα κλαδιά του και να πως μπήκε το έθιμο του Χριστουγεννιάτικου δέντρου στη Βιλλανόβα, πολύ πιθανόν το πρώτο στα χωριά της Ρόδου, όχι σαν δέντρο των Χριστουγέννων αλλά σαν δέντρο των Τριών Ιεραρχών. Αρκετά αργότερα, μόλις μετά την Ενσωμάτωση θα αρχίσουν οι Βιλλανοβιάτες, ως Πραδεισιώτες πλέον, δειλά - δειλά να το στολίζουν και στα σπίτια τους τα Χριστούγεννα. Και να τα παιδιά του δημοτικού σχολείου έχουν ήδη εκκλησιαστεί, έχουν ήδη φάει τα κουννάκια τους, έχουν ήδη ψάλει τον εθνικό ύμνο και έχουν απαγγείλει τα πατριωτικά τους ποιήματα και τώρα περιμένουν στη σειρά μια - μια τάξη, με υπακοή, αλλά και απέραντη ανυπομονησία, νάρθει η σειρά του καθενός, να ξεκρεμάσει ο δάσκαλος το δωράκι του από το δέντρο και να του το δώσει. Θα έπρεπε να είμαστε όλοι εμείς οι νεώτεροι μαθητές του 1927, να μην έχουμε λάβει ποτέ στη ζωή μας ούτε ένα δώρο, να μην έχουμε πιάσει στα χέρια μας ούτε μια δραχμή, να μη ξέρουμε ούτε τι είναι μια καραμέλα, όπως με τόση συγκίνηση μου διηγήθηκαν τα παιδιά της εποχής εκείνης και σημερινοί παππούδες και προπαππούδες, για να κατανοήσουμε τι σήμαινε αυτή η πράξη για αυτά τα παιδιά, γιατί όλη αυτή η χαρά και η λαχτάρα που καθρεφτιζόταν στα πρόσωπά τους, καθώς έπαιρναν το δώρο τους από τα χέρια του δασκάλου τους. ΑΥΡΙΟ ΤΟ Γ’ ΜΕΡΟΣ

Διαβάστε ακόμη

Ευαγγελία Παναή "Μηνάς Μάρκου Μαλλιαράκης: Ένας Αιγυπτιώτης δικηγόρος από την Κάσο, στη Βιλλανόβα Ρόδου του τέλους του 19ου και των αρχών του 20ού αιώνα"

Αντίλαλος

105 χρόνια από τη θυσία των Προσκόπων στο Αϊδίνι της Μικράς Ασίας

Σελίδες Ιστορίας: Ποιες και ποιοι εργάστηκαν στην Καπνοβιομηχανία ΤΕΜΙ επί Βρετανικής Στρατιωτικής Διοικήσεως Δωδεκανήσου

Η Παλιά και η Νέα Αγορά της Ρόδου (Γ' Μέρος)

Η Παλιά και η Νέα Αγορά της Ρόδου (β' μέρος)

Η Παλιά και η Νέα Αγορά της Ρόδου

Η Ρόδος, ο Γρίβας και ο απελευθερωτικός αγώνας της Κύπρου